|
αόρ. от διαδέχομαι #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διεδεξάμην? — — συμπολίτης — ερειδε — πιερόττος — ανουσιότης — γλυκοχαμόγελος — αντερί — κιτρέα — ιουλιανός — στόρι — ίβις — Θεοκυήτωρ — ψίχουλο — χολικός — υδρολίπανση — ενσφήνωση — αξεφούρνιστος — αδιάσκευος — διερώτησις — εκλέγειν — γλυκοματ- — αγιόκλημα |
|||