|
η полное понимание; αμοιβαία ~ — взаимопонимание; βρίσκω ~ — встречать полное понимание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полное понимание? — κατανόηση как с (ново)греческого переводится слово κατανόηση? — полное понимание — λουμπαρδιάρης — μεροδουλεύτρα — επαλλαγή — ερμηνεύτρια — υπναράς — ονοματοθετώ — φθείρομαι — αφιλολόγητος — γούστο — δισκάφισμα — φρόνιμα — εθνικιστικός — καρπεύω — αναπλαστική — μαλογανιά — ατεζάριστος — αντεπιστέλλον — αλάθητος — ραμφισμός — σχολαστικισμός — διαυγώς |
|||