|
αόρ. от χαίρω, χαίρομαι #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εχάρην? — — ώκιμον — ανημποριά — ψιακί — αποπλέω — ντό — ακαρτέρητος — κολοκυθόπιτα — λαγόνες — ραδιοσταθμός — ακρόμακρα — προσπαθώ — αυτεπαγγέλτως — χρονιάζω — βουλητικός — μπροστάρης — αναπόδεκτος — μεταπλάσσω — δοκιμαστήριος — καπνάς — ατράνταγος — εφευρίσκω |
|||