|
ο мор. штаг #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово штаг? — στάντζος как с (ново)греческого переводится слово στάντζος? — штаг — κωλυσιεργικός — προκαλώ — τρακ — φτυάρι — επιχάλκωση — υπόλευκος — λωτοφάγος — απολαβή — γιατροπορεύω — στροβιλίζω — αματόλη — ελλιπής — καλαμποκάλευρο — έκταχτος — μπατίστα — ακαλανάρχητος — αστήρικτος — βρυσομάνα — καταντικρύ — λύτρωμα — περισπωμένη |
|||