|
η письменное разрешение, распоряжение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово письменное разрешение? — διατακτική как с (ново)греческого переводится слово διατακτική? — письменное разрешение — γλυκαναπαύομαι — αυτοδύναμα — εθνάρχης — φραγκορραφτάδικο — έγκυρος — μελικοκκιά — μάντευμα — αιματομετρία — εκατομμύριο — καλοθρεμμένος — ανακατεμένος — στίζω — υπεροχή — άρατα-πέρατα — αναχώνευση — φλεγματώδης — χαμοκερασιά — κωχιάζω — σκαρπέλλο — επιγόντως — νιός |
|||