|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακουαρέλα? — — χασματώδης — εξυμνητικός — ενσπέρματος — σκυροκονίαμα — τηλεγραφητής — επισυνημμένως — σφαίρα — κοστολόγιο — σοϊλούδικος — μεταλαμπάδευσις — ληξίαρχος — κτενοποιός — Αυγούστα — υπομάζιον — αμυλόκοκκοι — ακοντίστρια — εμφιάλωσις — φάρσα — εγχάραγμα — παραδειγματίζω — αιματώδικος |
|||