εισπνευστικός

формы словаβ
εισπνευστικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εισπνευστικός? —


εικοστόςαναθύμημασχεδίασηερήμασμοσυμμοιράζωπινακογλείφτηςβουλκανισμένοςαδέκαροςφθογγολογικόςίσιωμαημερονύκτιοςλεπτόκοκκώδηςζωοτομικόςβλητόςσέρζκατάκτησηάστρεχτοςαναμιγνύομαιβαλλιστίτιςοικονομώναΰδριο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit