|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εισπνευστικός? — — εικοστός — αναθύμημα — σχεδίαση — ερήμασμο — συμμοιράζω — πινακογλείφτης — βουλκανισμένος — αδέκαρος — φθογγολογικός — ίσιωμα — ημερονύκτιος — λεπτόκοκκώδης — ζωοτομικός — βλητός — σέρζ — κατάκτηση — άστρεχτος — αναμιγνύομαι — βαλλιστίτις — οικονομώ — ναΰδριο |
|||