|
το дикая груша (плод) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дикая груша? — γκόρτσι как с (ново)греческого переводится слово γκόρτσι? — дикая груша — χαριτωμένος — ατλάζι — μέθοδος — βουτυρώδης — ωάριο — επικροτώ — ξεμαθαίνω — πρωτογονισμός — λεχούσα — θελιά — αικία — επίβρεγμα — κιτρινίζω — παλιατζής — σπαρτάρισμα — παλαβώνω — αυτοκριτική — περιπίπτω — αραιόσαρκος — χάρβαλο — πεθερά |
|||