|
ставить рядом на якорь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ставить рядом на якорь? — παρορμίζω как с (ново)греческого переводится слово παρορμίζω? — ставить рядом на якорь — ξερό — εκμαγείωση — ξεδοντιάζω — διαβούλευση — εξωγκωμένος — όταν — άπαντον — σακκοβελόνη — αποτυχία — εμπηκτικός — προγραμματισμένος — ανώγειον — αναρχίνιστος — βαττόμετρο — σογχωρητός — λιφαιμία — απληστος — ταφή — αναγέρνω — αισθητήριος — σκάση |
|||