|
зарастать колючими сорняками #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зарастать колючими сорняками? — αγκαθιάζω как с (ново)греческого переводится слово αγκαθιάζω? — зарастать колючими сорняками — στασιαστής — ηλιόφεγγο — καταχειροκροτώ — στάντζος — προέλληνας — χεροκρατιέμαι — ανακάθαρση — καψιά — απάγω — ταυτοφωνία — αγανοϋφαίνω — ξαναμωραίνω — αιτιολογικός — θειαφόθωρος — μοναδικότητα — βρωμόστομος — κατασκευαστός — θερμοπομπός — φαγεδαινικός — αλεπουδένιος — καλοζυγιάζω |
|||