|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ζοριλίκι? — — φυσητικός — πάλι — αποδεικτέος — άρθηκας — τουφεξής — ανεμόστροφον — αντικατάταξη — βαλάντωμα — αποκοίμημα — αμφικάλυμμα — ρίγωμα — αποτίμηση — συμπτωματολογία — άρχος — αντεπεξέρχομαι — φεγγαρομαγουλάτος — παιδιαρίσματα — δύναμαι — ινδοευρωπαϊκός — σαποονόφουσκα — εξόγκωση |
|||