|
το коммерческий суд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коммерческий суд? — εμποροδικείο как с (ново)греческого переводится слово εμποροδικείο? — коммерческий суд — βιβλιόψειρα — χειροτεχνείο — εντεροχορδή — χρυσοδένω — φλασκί — μαρτύρικο — αποκατωθιός — σμυριδωρύχος — σύσκιος — γνωμοδοτικός — λεπτολόγος — αμφισημία — λεοντάρι — γεννοβόλημα — ιεροκρίτης — υπαινιγμός — βλαστημίδι — μεντούρι — μασκάρεμα — ελαιόπιττα — αγαλάχτιστος |
|||