Новогреческий словарь
εμποροδικείο
εμποροδικείο
το
коммерческий суд
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коммерческий суд
? —
εμποροδικείο
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμποροδικείο
? — коммерческий суд
#
(ново)греческий словарь
—
κύρης
—
βουνί
—
χάσιμο
—
σάργος
—
θαιρός
—
ορθοπόδισμα
—
σιτίζομαι
—
μυοκαρδίτιδα
—
πηκτικός
—
εξάνθημα
—
σταχυολογώ
—
ιντερβιού
—
αναφλεκτήρας
—
αλυφαντής
—
αριθμητήρας
—
ήβη
—
ηρωοοποιούμαι
—
κατασπιλώνω
—
τεκτονισμός
—
προσεδαφίζομαι
—
ανημπόρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве