|
(αόρ. απέμαξα) вытирать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вытирать? — απομάσσω как с (ново)греческого переводится слово απομάσσω? — вытирать — αμαλγαμωτικός — μιμητισμός — ιαπωνιστί — μιξοπάρθενη — αρθρογραφία — μεταμοντερνιστής — αδολέσχης — συβάζω — αμινοξέα — οθνείος — γροτέσκο — θεατροφιλία — εβλήθην — αχινόσουπα — άκλεπτος — σταυροπόδης — ακατηγόρητος — αντιιμπεριαλιστικός — ηπατέλαιον — λαιμαργιά — αργοταξιδεύω |
|||