|
(сделанный) из слоновой кости и золота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово из слоновой кости и золота? — χρυσελεφάντινος как с (ново)греческого переводится слово χρυσελεφάντινος? — из слоновой кости и золота — ευσταθούν — προικοδοσία — φκιασίδωμα — συντομευτικός — ξυπάζομαι — δράκοντας — αγορητής — κουφάλα — μονόμετρος — μαγικά — ενδομορφισμός — διάγραμμα — αρτυμή — ντάμπινγκ — ασθενοφόρο — βραδύγλωσσος — ύποπτος — γυψοποιός — ανδρόγυνος — ερωτόληπτος — αχειροποίητος |
|||