|
эмбриональный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эмбриональный? — εμβρυικός как с (ново)греческого переводится слово εμβρυικός? — эмбриональный — συμπεραίνω — αυτολίπανση — τηλεφωνικώς — ομοκεντρικός — αρατικός — εντοπιστικός — σηψαιμικός — βρασιά — πεντακισμύριοι — μεταφυτεύω — σκατοπούστης — στεγανοποιούμαι — εριώδης — ταχτάρισμα — καψυλλίωσις — μπουλντόκ — αβλάστητος — ξεχειμάζω — υποδούλωση — καταπλημμυρώ — αψυχία |
|||