Новогреческий словарь
θερμοκηπιακός
θερμοκηπιακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
θερμοκηπιακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λαγοκοιμάμαι
—
ελεγκτήρας
—
κατακερματισμός
—
κανάρι
—
ενεδρεύω
—
απηυθυσμένο
—
ανυπομονησιά
—
αψέκαστος
—
ξέφτισμα
—
ανεύφραντος
—
δημοσιοποιώ
—
Αδριανούπολη
—
φραμένος
—
παστρεύω
—
παράγομαι
—
παλιόβλαχος
—
αποδασώνομαι
—
τουρκόγυφτος
—
μωρουδίσματα
—
εξάχρονος
—
ξυλάγκαθο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве