Новогреческий словарь
εγγλύφις
εγγλύφις
η мед.
бормашина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бормашина
? —
εγγλύφις
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγγλύφις
? — бормашина
#
(ново)греческий словарь
—
κύαθος
—
υφηβικός
—
διαχυτικότητα
—
ζεύξιμο
—
ψειρού
—
αντεξάγω
—
αμερικανόδουλος
—
παραβάλλομαι
—
μουρλαίνω
—
αξεμολόγητος
—
κουαρτέττο
—
υδροληψία
—
πηλήκιο
—
λαθρόχειρας
—
βαθύτατος
—
αισθητικότητα
—
λεβιθόχορτο
—
ψυχομαραίνω
—
αναρριχώμαι
—
γίγλυμος
—
δικαιολογημένα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,