|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπονδυλωτά? — — νωματάρχης — μαντεύομαι — στασιώτης — διττός — γέρατειά — κινούμενος — λειχήνα — πελλερίνα — συγγενείς — γεβεντίζομαι — ναζί — διασκεδαστής — λεμφοσάρκωμα — εικόνισμα — δυσδιάλυτος — ενενήκοντα — κάταγμα — ξηροστομία — πλακούς — χρωματουργία — μελιτριόζη |
|||