|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μηλίτσα? — — ελάφρωση — ομότεχνος — αγριοβαλανιδιά — μισθωτήριο — μυρμηγκότρυπα — θωπεία — αγριέλι — πουκαμισάκι — χνούδιασμα — έρωτας — ιδεαλισμός — φτύνω — χορεύω — αποθεματικός — συνεργασία — αρπάχτρα — ερωταπόκριση — φιλονομία — τετράγωνο — συμπήκτωση — μούρδας |
|||