|
неподтверждённый, недостоверный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неподтверждённый? — ανεπιβεβαίωτος как на (ново)греческом будет слово недостоверный? — ανεπιβεβαίωτος как с (ново)греческого переводится слово ανεπιβεβαίωτος? — неподтверждённый, недостоверный — μονώνω — λιθανθρακαέριον — αγριοθώρημα — σπιρούνιασμα — φωταντίτυπο — υγρόφιλος — φωσφορίζων — τσίρλισμα — αρχοντόπαιδο — μυρμηγκικός — ανάχυμα — κίρκος — ταπεινά — ανίατος — αποχαυνωτικός — διαγκωνισμός — απονεκρώνομαι — εξήντα — αρχιληστής — καλότυχη — στιλέττο |
|||