Новогреческий словарь
διακονητής
διακονητής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακονητής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ηφαιστειακός
—
τμήση
—
κοινοβιακός
—
ουρανοξύστης
—
μωρολογάω
—
οπλασκία
—
λεξιλόγιο
—
αυτοψηφίζομαι
—
ρουμελιώτικα
—
νυχτοκόρακας
—
λιτανεία
—
σφαλιστός
—
σάλιασμα
—
κραταιώνω
—
επταπλούς
—
οκτάεδρο
—
θυρωρείο
—
τραμπαλίζομαι
—
δάμασμα
—
καταπροδίδω
—
εαυτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω