|
η бот. гетерокарпия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гетерокарпия? — ετεροκαρπία как с (ново)греческого переводится слово ετεροκαρπία? — гетерокарпия — Ανθία — καμηλόμαλλο — χάραξ — αντιστύλωμα — άβολος — ιδιορρυθμία — καπελλάδικο — άβλαβα — δωδεκαήμερο — κατσικοκλέφτης — αρτιμαθής — γλωσσόφωνο — αναγεννησιακός — αντερώτηση — αναπαραδιάρης — σύξερος — επαναστάτης — παραλογιστικός — ανέψητος — στραγάλι — φαρδής |
|||