|
1) отделимый; 2) переносный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отделимый? — εγρετίδικος как на (ново)греческом будет слово переносный? — εγρετίδικος как с (ново)греческого переводится слово εγρετίδικος? — отделимый, переносный — αγριοθώρημα — ενοχλούμαι — λαρυγγεκτομή — γλοκολαλώ — διαφλέγω — ευμετάβολο — πληκτικός — ανθοβολία — εμετώδης — προανακρίνω — βαναδινικός — Κλειώ — σουρβιά — ανέρχομαι — σιωπηρός — εποψη — ξυλοβιομηχανία — οδηγικός — λουκούμι — νεόπλουτος — ερυθρομέλας |
|||