Новогреческий словарь




διασπαθιστής

διασπαθιστ|ής
ο расточитель, мот


внешние ссылки озвучка | ru.wiktionary | el.wiktionary | en.wiktionary | greek-language.gr |



как на (ново)греческом будет слово расточитель? — διασπαθιστής
как на (ново)греческом будет слово мот? — διασπαθιστής
как с (ново)греческого переводится слово διασπαθιστής? — расточитель, мот


#(ново)греческий словарьαργύριοναναφλέκτηςεπιφυλλίδαδυσεκπλήρωτοςοξυανθρακικόςανεξαρτησίαπολυξοδιάζωροκέτταενσφήνωσηαγγουρόνεροκαφενέςαμμώδηςταλιράκιστρατιωτικοποιώυποκελευστήςαποστειρωτήςκλωστοϋφαντήριοκαλαφάτισματριφασικόςπασχαλιάυψίκομος


Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω







латышский словарь, литовский словарь, шведско-русский словарь,