|
азимутный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово азимутный? — αζιμουθιακός как с (ново)греческого переводится слово αζιμουθιακός? — азимутный — αποπνιγμός — καταγγέλλω — γειτονία — ανοιγοκλείνω — μικροτόμος — διατιμητής — αθορόστομος — αλληλοσπαράσσομαι — δόντι — λημερεύω — αγρίλι — τρουλίσκος — σπάθα — φτερό — επικοινωνιακά — φουκαριάρικος — Φαίδρα — αστενοχώρητος — τριφτό — εφεσιβάλλω — μετενσαρκώνω |
|||