|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ντοκουμεντάρισμα? — — υπερφορτίζω — εξάποδα — χαρτομάντισσα — υδροσκοπία — ξεκάμωμα — ουρανοβάτης — σκίτσο — υπερκρέμαμαι — διαμαρτυρημένος — λενινιστικός — βουτυράδικο — σβουριχτός — λάφρος — κασόνιασμα — συνασπιστικός — αχλαδόκρασο — ανοσολογία — λουλούδιασμα — προμήθεια — επιτελάρχης — βαλιτσάρα |
|||