|
το дозиметр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дозиметр? — δοσίμετρο как с (ново)греческого переводится слово δοσίμετρο? — дозиметр — μικροκλέφτης — βαλτοθάλασσα — συγχέω — αποτρύγι — αστραπομπουμπουνίζει — συγκλίνω — ζευγαράκι — ποστρουμάς — υπεραίρομαι — εξη — συνεφέρνω — άνοστα — λειχήνα — κολύμβημα — αετηδόν — αγοραστικός — σαματάς — καθελκυσμός — εντερολογία — ψαθωτός — δεκατριετία |
|||