|
η бот. хондрилла #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хондрилла? — χονδρίλλη как с (ново)греческого переводится слово χονδρίλλη? — хондрилла — ολονυχτίς — εξαρθρωμένος — ανιστορώ — μεγάκυκλος — βραδινή — ακοομετρία — λειομύωμα — μηλιά — πρυτανεία — ανάριθμος — θαλασσοδέρνομαι — γόπα — γλυκοφιλώ — ατραγουδιστός — συνυπάρχω — διαπάλη — αφροζύμη — ρουκετοπόλεμος — γαλακτίζομαι — συγκρότηση — ράδιο |
|||