|
η чеканка монеты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чеканка монеты? — νομισματοκοπία как с (ново)греческого переводится слово νομισματοκοπία? — чеканка монеты — ξέγνοιασμα — κύκλος — στέρξιμο — χαρτοποιία — οριζοντίως — παγιδάκι — αποχαυνωμένος — ανεύφλεκτος — χρωματοφόρος — οινομαγειρείο — σόμπα — έστοντας — ολιγοσαρκία — ράφτω — διπτέρυγα — μύταρος — μοσχοβολώ — εξώστης — ασφόντυλος — καθετοποιούμαι — Σλαύος |
|||