|
открытый, незапертый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово открытый? — ασφάλιχτος как на (ново)греческом будет слово незапертый? — ασφάλιχτος как с (ново)греческого переводится слово ασφάλιχτος? — открытый, незапертый — υπολειμματικός — ακριβούτσικος — ευγονική — κρασί — διπλιάζω — ενθρονιασμός — ξεψυχιάζω — στοιχειοθεσία — ξεσυνέρισμα — απροσκάλεστος — δειλία — γγιαγμένος — τριάρι — λυσίκομος — λαβίδα — καλλιεργήσιμος — Μίνως — ξεπούλημα — οικόσιτος — νοομάντής — τρικινητήριος |
|||