|
η патронташ #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово патронташ? — φυσιγγιοθήκη как с (ново)греческого переводится слово φυσιγγιοθήκη? — патронташ — υπερβασία — καταπονούμαι — αμυγδαλέο — χαρακτηρολογία — πηλός — διστοιχία — χούντα — ευγονική — αισθηματικά — φιλικά — βιταμίνες — γενωμένος — βιοπαλεύω — φυσερό — απεραντολογώ — χείμετλον — έγκυρο — προσκυνητρια — σιδεροδέσμιος — χειλικόληκτος — χορδοποιείο |
|||