|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλεξίφλογο? — — στοίβασμός — αγκαθένιος — ψαρώνω — αρέντα — ταύρος — προχειρολόγος — λεγενόμπρικο — τουαλέττα — αρθράκι — χαρτορρίχτρα — φέσι — όποιος — κατάκριτος — δερματάς — θερσίτειος — νοτισμός — κυματισμός — μισώ — νικάω — ρέμα — διαιρούμαι |
|||