|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ουρανολογία? — — κοκτέϊλ — προσπελάσιμος — υδάτωση — προσόν — αντιζυγιάζω — εριννύς — πύο — μετόπισθεν — ψειραλοιφή — εθνεγερτήριον — καντήλα — αργυροχοΐα — νεωλκώ — σπληνιάζω — ζεματίζω — βαθμιδωτός — αποπίσο — πτερνοκοπώ — χέρσωμά — στασίδι — εβένινος |
|||