Новогреческий словарь
αγγλιστί
αγγλιστί
по-английски
;
μαθαίνω ~ — изучать английский язык
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
по-английски
? —
αγγλιστί
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγγλιστί
? — по-английски
#
(ново)греческий словарь
—
πρασινομάτης
—
λαϊκίζω
—
κόφτης
—
ηλιοτροπία
—
ταλμουδιστής
—
μπολερό
—
ενταφιαστής
—
προσθετέος
—
κατεργάρικο
—
ορθολογικά
—
τροχιστής
—
κλούφι
—
υπουργείο
—
αναπαυτήριο
—
πρόκληση
—
πανδημικός
—
καλολέω
—
σοφίτα
—
κλητήριο
—
θαλασσογενής
—
ψωριασμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,