|
легко переносимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово легко переносимый? — ευκολοβάσταχτος как с (ново)греческого переводится слово ευκολοβάσταχτος? — легко переносимый — χρονικό — ψυχρομετρικός — κριματισμένος — βυθός — επιγαμία — δουλεμπορικός — ασημωτής — αιματέμεση — χειρομάντις — μανία — υποτασικός — γέρα — αξυλοκόπητος — ανταγωνιστής — άσκημος — κινούμενος — μοσχοβούτυρο — μαραζιάζω — αυτοκολασμός — χούφτα — απροαιρέτως |
|||