Новогреческий словарь
περίσχεσις
περίσχεσις
(-εως) η воен.
окружение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
окружение
? —
περίσχεσις
как с
(ново)греческого
переводится слово
περίσχεσις
? — окружение
#
(ново)греческий словарь
—
ιταλομάθεια
—
μπίζ
—
ζενγαρωτά
—
κρίσιμος
—
μελίσσι
—
ανιαρός
—
ποταμόφιλος
—
καψαλισιά
—
αντίκρυσμα
—
μαλαγρώνω
—
απολλύω
—
νυχάτο
—
αργυρούς
—
λουφατζής
—
νεκρολογία
—
πλάτανο
—
έθανον
—
ερυσίπελας
—
αεροτόπι
—
πεντοζάλης
—
φρεσκάρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,