|
(-εως) η воен. окружение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово окружение? — περίσχεσις как с (ново)греческого переводится слово περίσχεσις? — окружение — ουρανόπεμπτος — τραυματιοφόρος — τρόπις — αποδειχτικός — σιλλιμανίτης — σπερβέρι — χιονόσφαιρα — ανθοκήπιο — αστρακάς — αεροκινητήρας — κιτσαριό — υπενδύτης — μετανεωτερικότητα — κυριευμένος — αλειμματοκήριον — ολιγανδρία — απερισκεψία — ταυτόσημος — νταρντάνα — μονόσπερμος — παράκτιος |
|||