|
солоноватый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово солоноватый? — βλυχός как с (ново)греческого переводится слово βλυχός? — солоноватый — πρίγκιψ — ματοκόβω — κρατικοποίηση — δοκιμάζομαι — πιλοποιός — βαριακούω — φιλινάδα — γλοιώνω — θρύπτω — γηροκομώ — επιδεκτικότητα — ξοδιασμός — διακοσμητική — αξιοπιστία — καθαρτήρας — ρύθμιση — ατμοθεραπεία — ανέ — σερέτης — αλλογενής — ερυθρόλευκος |
|||