|
фланелевый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фланелевый? — φανελλένιος как с (ново)греческого переводится слово φανελλένιος? — фланелевый — τεφρός — φιλόδικος — βαμβακαγορά — βαρύχορδο — φασματογράφος — έντεχνος — μπομπόνι — ετεροχρωμία — υπερακοντίζω — εμπρόθεσμα — ενενηκοστόν — οποιοσδήποτε — αναβάλλω — γκιοσέμι — υπεραγαπώ — χαραδριός — πταίστης — Ν — καλλιεπής — τεσσερισήμισι — αλλοιωμένος |
|||