|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τυπολατρικός? — — λαγάζω — μπαξεβάνος — ρέγγος — αιθριάζω — σαθρός — δουλοσύνη — συρματουργικός — βλεπές — γραμμούλα — εκπλειστηριάζω — ανυψώνω — μονορρούφι — επιμήκης — προαποστέλλω — παραπτωματάκι — γρίππη — εποστράκισμός — κακοθανατίζω — επανερχόμενος — ενδοκυβερνητικός — μπουζουνάρα |
|||