Новогреческий словарь
προπονώ
προπονώ
тренировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тренировать
? —
προπονώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
προπονώ
? — тренировать
#
(ново)греческий словарь
—
παραδείσιος
—
εξωφρενικός
—
ευκολοπέραστος
—
κλωσσόπουλο
—
φελλάχα
—
καπνάς
—
καρναβαλικά
—
αντιστάτης
—
οργανώσιμος
—
υπόκειμαι
—
βεργολυγερή
—
φρουτοποτό
—
ξεροψήνομαι
—
αξεθύμαστος
—
μυριολόγι
—
σφερδούλακας
—
φάρος
—
βαρδαβέλα
—
αναμίξ
—
γαλιάνδρα
—
ομβρελλοπονός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве