Новогреческий словарь
μπαλαούρος
μπαλαούρ|ος
ο мор.
шкиперская
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шкиперская
? —
μπαλαούρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μπαλαούρος
? — шкиперская
#
(ново)греческий словарь
—
αγγελοκρίτης
—
διάτυλος
—
μαρασμώδης
—
κοντούλικος
—
γεράνι
—
ευγνώριστος
—
έχτρα
—
καταπολεμώ
—
μαντζουράνα
—
έλεγξη
—
συμβίωση
—
φθογγικός
—
αλληλογράφος
—
βιβλιοκαπηλία
—
καρπολογώ
—
μικροϊδιοκτήτης
—
Ιππώναξ
—
κωλώνω
—
φασόλα
—
μπαλαμουτιάζω
—
επίκοινος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,