Новогреческий словарь
καταψυγμένος
καταψυγμέν|ος
замороженный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
замороженный
? —
καταψυγμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταψυγμένος
? — замороженный
#
(ново)греческий словарь
—
δανειστήριο
—
μαράγγιασμα
—
συγκάλεση
—
φωτότυπο
—
έγκλητος
—
σεβαστός
—
σκέπαρνον
—
κύβος
—
παρακράτηση
—
αλλαχού
—
παράτονος
—
φράχτης
—
παραγοντισμός
—
χωματένιος
—
αγνωστικιστής
—
αμετάφερτος
—
αμμωνία
—
ανάδευμα
—
Τυροφάγος
—
μοχθηρότητα
—
καπνοπαραγωγή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве