|
η сотрудница, помощница; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сотрудница? — συνεργάτισσα как на (ново)греческом будет слово помощница? — συνεργάτισσα как с (ново)греческого переводится слово συνεργάτισσα? — сотрудница, помощница — θέσεις-κλειδιά — δυνατά — κοντόπαχος — οξικός — αμβλύτης — επταμηνίτικος — ακάτιον — μήνις — ωριαίος — έμμηνα — στεφάνιο — αεροπειρατεία — κρυπτογραφώ — βουλκανισμός — δικονομικός — φτωχοκαλύβα — πρωτοπλάστης — εγκέντριση — ουρανοδρόμος — παραίνεση — λουλουδένιος |
|||