Новогреческий словарь
μικρόφυτο
μικρόφυτο
το бот.
бактерия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бактерия
? —
μικρόφυτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μικρόφυτο
? — бактерия
#
(ново)греческий словарь
—
τόκα
—
ξεροστάλιασμα
—
αλεξίφλογον
—
ανακάθαρση
—
καταφερτζού
—
γνωμικό
—
λαμπριάτικος
—
οπλοθήκη
—
διαπιστωτικός
—
τουφεκιά
—
αριστερίζων
—
τριβόλισμο
—
στοιχειοθετούμαι
—
φαφούτα
—
ποδιστά
—
ανθολογώ
—
δυσμετακίνητος
—
αλατωρυχείο
—
σωθικά
—
τροφαντός
—
σωριάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве