|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χρωματισμένος? — — παρακέντηση — γεννήτρα — ευοσμία — κακοτυχώ — στεναγμός — όργος — αιτίαση — γονυπετώς — ελαιοπυρήν — εγχείρηση — συννεφιασμένος — ελαφοειδής — λιγώνομαι — σβήστρα — συγκαταβαίνω — αντιπαρασιτικό — κακιωμένος — εμψυχώνω — σατανιστικός — χαμπαρίζω — κοιλιακός |
|||