|
το цент (монета) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цент? — σένσι как с (ново)греческого переводится слово σένσι? — цент — πυρετώδικος — ιπποδρομία — λιβαδότοπος — παρόραμα — καθότι — αντίζερβα — καταβολισμός — πανούργος — αγέρας — πύο — εξήλθον — οργανέττο — σαρδελλοκούτι — σφήκα — βερβερίτσα — συλώ — αβδελλωκόκκαλο — γυιός — υπομονετικός — πεταχτάρι — αυγοκόβω |
|||