|
II προστ. от διαβαίνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διάβα? — — μοσχοκάρφι — εφορεύω — εκτείνω — περσινός — δαντελλωτός — χωματίζω — όξος — δικρανίζω — αναβροτήριον — γεωπονικός — παράσπιτο — γεροπαραλυμένος — πάσσα — μοσχοθυμίαμα — Χερουβείμ — ινδιάνα — δέρω — ασταχυολόγητος — αιματόστασις — επιβάλλω — ορκωμοσία |
|||