|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκουπιδιάρα? — — αφόρμισμα — ζωόσπερμα — φιαλοειδής — γαλακτοτροφία — αστάχυ — σορόπιασμα — ασθενής — κηφηναριό — επευφημία — ξεκαπάκωμα — θρύμμα — μνήστευση — οσμίζομαι — τρίς — εχτύπωση — βιάση — τριακοστός — Ουγγαρέζος — θύμωμα — φακελοποείο — πλευροκοπώ |
|||