|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εγγονάκι? — — αντραλώνω — άρκλα — εγχείριση — ευσυγκινησία — αποκαθαρίδι — παραμόνεμα — μικρογραφία — μοιράζομαι — τροφοδότηση — οπλοπωλείον — φαιλονι — Σμαρώ — διαχύσεις — φιλότεκνος — φάτνη — δαφνοφόρος — ακαρίκωτος — ζαχαρότευτλο — εννιάημερα — ξετρέλλαμα — αφιλομαθής |
|||