|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαμαρώνομαι? — — θυμίαμα — κοκκωβίνα — εργολαβία — ρητινόλασπη — κλίση — επαργίλλωση — κρεολικός — υπομόχλιο — αναμαυλίζω — άρχων — βρόντημα — ακριβοθωρώ — ακρόδεσμος — αλίευμα — εφέλκω — βράχια — παντοτεινός — ορεογραφία — μικρόμετρο — εμπρός — ευσυνείδητος |
|||